- Μπράντο, Μάρλον
- (Marlon Brando, Νεμπράσκα 1924 –). Αμερικανός ηθοποιός, σκηνοθέτης και παραγωγός του κινηματογράφου. Αρρενωπός, με αθλητικό παράστημα και καλή άρθρωση, έγινε ένα από τα σύμβολα μιας ολόκληρης γενιάς κατακτώντας τη δημοσιότητα με τρόπο τέτοιο που έμεινε στην ιστορία γιατί ήταν και από τους καλύτερους ηθοποιούς όλων των εποχών. Από τους δημοφιλέστερους και πιο ικανούς σταρ του θεάτρου και του κινηματογράφου συνέδεσε το όνομα του με την περίφημη σχολή της μεθόδου, έναν τρόπο ερμηνείας που βασιζόταν στις τεχνικές του Κονσταντίν Στανισλάφκσι. Φέρνοντας επανάσταση στη μέχρι τότε παραδοσιακή προσέγγιση των ηρώων από τους ηθοποιούς με μια πιο εσωτερική αναζήτηση των στοιχείων του χαρακτήρα και της συμπεριφοράς τους, που οδηγούσε τελικώς στην ταύτιση με τον ρόλο. Ο Μ. μελέτησε την τεχνική αυτή στην αρχή στο New School και λίγο αργότερα στο Actors Studio. Κοινό και κριτικοί τον αποδέχτηκαν μονομιάς και ο ίδιος αφού εξέλιξε την τεχνική του επηρέασε πλήθος άλλων συναδέλφων του στην συνέχεια, από τον Τζέιμς Ντιν, έως τους Ρόμπερτ ντε Νίρο, Τζακ Νίκολσον και Ρίβερ Φίνιξ. Επαναστάτης στα χρόνια του ροκ-εν-ρολ και της αμφισβήτησης για χάρη της υποκριτικής και της διάθεσης του να κάνει όλο και περισσότερα σκότωσε την εικόνα του ατίθασου στη δεκαετία του ‘60. Επέστρεψε ως Δον Κορλεόνε στο φιλμ του Κόπολα Νονός (1972), αποδεικνύοντας ότι μπορούσε εύκολα να μεταβάλλεται. Εκκεντρικός, απέκτησε εννιά παιδιά από διάφορες γυναίκες, αποσύρθηκε για ένα διάστημα στην Αϊτή, έστειλε στην απονομή των Όσκαρ του 1972 μια νεαρή Ινδιάνα να αρνηθεί το δεύτερό του βραβείο για την ίδια ταινία (το πρώτο κέρδισε το 1954 για Το λιμάνι της αγωνίας) καυτηριάζοντας τη συμπεριφορά του Χόλιγουντ στην υπόθεση των ιθαγενών. Ανάμεσα στις περισσότερες από 50 ταινίες του στο σινεμά ξεχωρίζουν: Λεωφορείον ο πόθος (1951), Βίβα Ζαπάτα (1952), Ιούλιος Καίσαρ (1953), Ο ατίθασος (1954), Σαγιονάρα (1957), Η ανταρσία του Μπάουντι (1962), Η νύχτα της επόμενης μέρας (1969), Το τελευταίο τανγκό στο Παρίσι (1973), Αποκάλυψη τώρα (1979), Μια σκληρή λευκή εποχή (1989), κ.α.
Dictionary of Greek. 2013.